Greek Meaning of rotative
περιστροφικός
Other Greek words related to περιστροφικός
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of rotative
- rotationally => περιστροφικά
- rotational nystagmus => Περιστροφικός νυσταγμός
- rotational latency => Στροβιλική καθυστέρηση
- rotational => περιστροφικός
- rotation => περιστροφή
- rotating shaft => Περιστρεφόμενος άξονας
- rotating mechanism => Περιστρεφόμενος μηχανισμός
- rotating => περιστροφικός
- rotated => Στριμμένο
- rotate => περιστρέφω
Definitions and Meaning of rotative in English
rotative (a.)
turning, as a wheel; rotary; rotational.
FAQs About the word rotative
περιστροφικός
turning, as a wheel; rotary; rotational.
No synonyms found.
No antonyms found.
rotationally => περιστροφικά, rotational nystagmus => Περιστροφικός νυσταγμός, rotational latency => Στροβιλική καθυστέρηση, rotational => περιστροφικός, rotation => περιστροφή,