FAQs About the word ringing (up)

Κουδούνισμα (πάνω)

to total and record especially by means of a cash register, to add up and record on a cash register, achieve

κλήση,Κλήση,τηλεφωνώ,βόμβος,κλήση,κλήση,τηλεφωνώ

αποτυχία σε,δεν φτάνω σε (κάτι),χαμένος,Χάνοντας

ringers => καμπανάδες, ring roads => Περιφερειακοί δρόμοι, ring down the curtain (on) => κατεβάζω την αυλαία (σε), ring (up) => τηλεφωνώ, rims => Ζάντες,