Greek Meaning of raincoat
αδιάβροχο
Other Greek words related to αδιάβροχο
Nearest Words of raincoat
- rainbowed => ουρανίο τόξο
- rainbow trout => Πεστροφάνα
- rainbow smelt => πέστροφα ουρανίου τόξου
- rainbow shower => ντους ουράνιο τόξο
- rainbow seaperch => Πέρκα ουράνιο τόξο
- rainbow runner => Ουράνιο Τόξο
- rainbow pink => Ουράνιο τόξο ροζ
- rainbow perch => ίριδα πέρκα
- rainbow lorikeet => Γκριζοκέφαλος μελισσοφάγος
- rainbow fish => Ψάρι ουράνιο τόξο
Definitions and Meaning of raincoat in English
raincoat (n)
a water-resistant coat
FAQs About the word raincoat
αδιάβροχο
a water-resistant coat
Μάκ,Μακ,αδιάβροχο,Λινάτσα,αδιάβροχο,τάφρος,αδιάβροχο,Macintosh,αδιάβροχα ρούχα,πόντσο
No antonyms found.
rainbowed => ουρανίο τόξο, rainbow trout => Πεστροφάνα, rainbow smelt => πέστροφα ουρανίου τόξου, rainbow shower => ντους ουράνιο τόξο, rainbow seaperch => Πέρκα ουράνιο τόξο,