Greek Meaning of railroad man
σιδηροδρομικός
Other Greek words related to σιδηροδρομικός
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of railroad man
- railroad line => Σιδηροδρομική γραμμή
- railroad flat => Σιδηροδρομική επιφάνεια
- railroad engineer => Σιδηροδρομικός μηχανικός
- railroad car => βαγόνι τρένου
- railroad bed => σιδηροδρομική γραμμή
- railroad => Σιδηρόδρομος
- railleur => χλευαστής
- raillery => ειρωνεία
- railingly => οδυνηρά
- railing => Περίφραξη
- railroad siding => Παρακαμπτήριος σιδηροδρομικός κλάδος
- railroad station => σιδηροδρομικός σταθμός
- railroad terminal => Σιδηροδρομικός σταθμός
- railroad ticket => εισιτήριο τρένου
- railroad tie => Σιδηροδρομική τραβέρσα
- railroad track => Σιδηροδρομική γραμμή
- railroad train => τρένο
- railroad tunnel => Σιδηροδρομική σήραγγα
- railroad vine => Κλεματίδα η αψιδωτή
- railroad worm => Σιδηροδρομικός σκουλήκι
Definitions and Meaning of railroad man in English
railroad man (n)
an employee of a railroad
FAQs About the word railroad man
σιδηροδρομικός
an employee of a railroad
No synonyms found.
No antonyms found.
railroad line => Σιδηροδρομική γραμμή, railroad flat => Σιδηροδρομική επιφάνεια, railroad engineer => Σιδηροδρομικός μηχανικός, railroad car => βαγόνι τρένου, railroad bed => σιδηροδρομική γραμμή,