Greek Meaning of radio operator
ασυρματιστής
Other Greek words related to ασυρματιστής
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of radio operator
- radio observation => Παρατήρηση μέσω ραδιοφώνου
- radio noise => θόρυβος ραδιοφώνου
- radio news => Ειδήσεις ραδιοφώνου
- radio link => Σύνδεση ραδιοφώνου
- radio interferometer => Ραδιοϊντερφερόμετρο
- radio frequency => ραδιοσυχνότητα
- radio emission => εκπομπή ραδιοφώνου
- radio detection and ranging => Ραντάρ
- radio compass => Ραδιοπυξίδα
- radio chassis => Ραδιοφωνικό σασί
- radio radiation => Ακτινοβολία ραδιενέργειας
- radio receiver => Ραδιόφωνο
- radio reflector => Ραδιοανακλαστήρας
- radio set => ραδιόφωνο
- radio signal => Ραδιοφωνικό σήμα
- radio source => Ραδιοπηγή
- radio spectrum => Ραδιοφωνικό Φάσμα
- radio station => Ραδιοφωνικός σταθμός
- radio telescope => ραδιοτηλεσκόπιο
- radio transmitter => Ραδιοπομπός
Definitions and Meaning of radio operator in English
radio operator (n)
someone who operates a radio transmitter
FAQs About the word radio operator
ασυρματιστής
someone who operates a radio transmitter
No synonyms found.
No antonyms found.
radio observation => Παρατήρηση μέσω ραδιοφώνου, radio noise => θόρυβος ραδιοφώνου, radio news => Ειδήσεις ραδιοφώνου, radio link => Σύνδεση ραδιοφώνου, radio interferometer => Ραδιοϊντερφερόμετρο,