Greek Meaning of quick fix
Γρήγορη επιδιόρθωση
Other Greek words related to Γρήγορη επιδιόρθωση
Nearest Words of quick fix
Definitions and Meaning of quick fix in English
quick fix (n)
hurried repair
FAQs About the word quick fix
Γρήγορη επιδιόρθωση
hurried repair
εναλλασσόμενος,αντίγραφο ασφαλείας,προσφυγή,Αντικαταστάτης,εφεδρεία,αντικαταστάτης,καταφύγιο,Θέρετρο,αναπληρωματικός,πρόσφορος
No antonyms found.
quick buck => γρήγορο κέρδος, quick bread => Γρήγορο ψωμί, quick assets => ρευστοποιήσιμα περιουσιακά στοιχεία, quick => γρήγορος, quichuan => Κέτσουα,