Greek Meaning of printer
Εκτυπωτής
Other Greek words related to Εκτυπωτής
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of printer
- printed symbol => Εκτυπωμένο σύμβολο
- printed circuit => Τυπωμένο κύκλωμα
- printable => Εκτυπώσιμο
- print shop => Τυπογραφείο
- print seller => Έμπορος εκτυπώσεων
- print run => κυκλοφορία
- print over => Εκτυπώνω πάνω από
- print media => έντυπα μέσα ενημέρωσης
- print buffer => προσωρινή μνήμη εκτύπωσης
- print => Εκτύπωση
- printer cable => Καλώδιο εκτυπωτή
- printer's devil => τυπογραφέας
- printer's ink => Μελάνι εκτυπωτή
- printing business => Τυπογραφείο
- printing company => Τυπογραφείο
- printing concern => τυπογραφείο
- printing in => εκτύπωση σε
- printing ink => Μελάνι εκτύπωσης
- printing machine => Εκτυπωτής
- printing operation => Λειτουργία εκτύπωσης
Definitions and Meaning of printer in English
printer (n)
someone whose occupation is printing
(computer science) an output device that prints the results of data processing
a machine that prints
FAQs About the word printer
Εκτυπωτής
someone whose occupation is printing, (computer science) an output device that prints the results of data processing, a machine that prints
No synonyms found.
No antonyms found.
printed symbol => Εκτυπωμένο σύμβολο, printed circuit => Τυπωμένο κύκλωμα, printable => Εκτυπώσιμο, print shop => Τυπογραφείο, print seller => Έμπορος εκτυπώσεων,