FAQs About the word powdered ginger

τριμμένο τζίντζερ

dried ground gingerroot

No synonyms found.

No antonyms found.

powdered => σκονισμένος, powder technique => Τεχνική πούδρας, powder room => τουαλέτα επισκεπτών, powder photography => Φωτογράφιση σκόνης, powder monkey => μαϊμού της πυρίτιδας,