Greek Meaning of polyphosphate
Πολυφωσφορικό
Other Greek words related to Πολυφωσφορικό
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of polyphosphate
- polyphony => Πολυφωνία
- polyphonous => Πολυφωνία
- polyphonically => πολυφωνικά
- polyphonic prose => Πολυφωνική πεζογραφία
- polyphonic music => Πολυφωνική μουσική
- polyphonic letter => Πολυφωνικό γράμμα
- polyphonic => πολυφωνικός
- polyphone => Πολυφωνικός
- polyphemus moth => Μόθ Πολύφημος
- polyphaser => πολυφασικός
Definitions and Meaning of polyphosphate in English
polyphosphate (n)
a salt or ester of polyphosphoric acid
FAQs About the word polyphosphate
Πολυφωσφορικό
a salt or ester of polyphosphoric acid
No synonyms found.
No antonyms found.
polyphony => Πολυφωνία, polyphonous => Πολυφωνία, polyphonically => πολυφωνικά, polyphonic prose => Πολυφωνική πεζογραφία, polyphonic music => Πολυφωνική μουσική,