FAQs About the word polyphosphate

Πολυφωσφορικό

a salt or ester of polyphosphoric acid

No synonyms found.

No antonyms found.

polyphony => Πολυφωνία, polyphonous => Πολυφωνία, polyphonically => πολυφωνικά, polyphonic prose => Πολυφωνική πεζογραφία, polyphonic music => Πολυφωνική μουσική,