Greek Meaning of point lace
Δαντέλα βελονάκι
Other Greek words related to Δαντέλα βελονάκι
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of point lace
- point jam => κυκλοφοριακή συμφόρηση
- point in time => χρονικό σημείο
- point duty => Ρύθμιση της κυκλοφορίας
- point d'appui => σημείο στήριξης
- point applique => Εφαρμογή σημείου
- point alphabet => γραφή Braille
- point after touchdown => υπερβατικό σημείο
- point after => πόντος μετά
- point => σημείο
- poinsettia strain => Πουανσέτια
- point man => Πρώτος
- point mutation => Σημειακή μετάλλαξη
- point of accumulation => σημείο συσσώρευσης
- point of apoapsis => σημείο апоапσης
- point of departure => σημείο εκκίνησης
- point of entry => σημείο εισόδου
- point of honor => ζήτημα τιμής
- point of intersection => σημείο τομής
- point of no return => σημείο μηδενικής επιστροφής
- point of order => Σημείο τάξης
Definitions and Meaning of point lace in English
point lace (n)
lace worked with a needle in a buttonhole stitch on a paper pattern
FAQs About the word point lace
Δαντέλα βελονάκι
lace worked with a needle in a buttonhole stitch on a paper pattern
No synonyms found.
No antonyms found.
point jam => κυκλοφοριακή συμφόρηση, point in time => χρονικό σημείο, point duty => Ρύθμιση της κυκλοφορίας, point d'appui => σημείο στήριξης, point applique => Εφαρμογή σημείου,