Greek Meaning of photographometer
Φωτόμετρο
Other Greek words related to Φωτόμετρο
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of photographometer
- photographist => Φωτογράφος
- photographing => φωτογραφίσεις
- photographically => φωτογραφικά
- photographical => φωτογραφικός
- photographic print => Φωτογραφικό αντίγραφο
- photographic plate => Φωτογραφική πλάκα
- photographic paper => Φωτογραφικό χαρτί
- photographic material => Φωτογραφικό υλικό
- photographic film => Φωτογραφική ταινία
- photographic equipment => Φωτογραφικός εξοπλισμός
- photographone => Φωτογραφώνιο
- photography => Φωτογραφία
- photogravure => Φωτοχάραξη
- photoheliograph => Φωτοηλιογράφος
- photoheliometer => φωτοηλιακό μέτρο
- photojournalism => Φωτοδημοσιογραφία
- photojournalist => φωτορεπόρτερ
- photolithograph => φωτολιθογραφια
- photolithographer => Φωτολιθογράφος
- photolithographic => Φωτολιθογραφικός
Definitions and Meaning of photographometer in English
photographometer (n.)
An instrument for determining the sensibility of the plates employed in photographic processes to luminous rays.
FAQs About the word photographometer
Φωτόμετρο
An instrument for determining the sensibility of the plates employed in photographic processes to luminous rays.
No synonyms found.
No antonyms found.
photographist => Φωτογράφος, photographing => φωτογραφίσεις, photographically => φωτογραφικά, photographical => φωτογραφικός, photographic print => Φωτογραφικό αντίγραφο,