Greek Meaning of photo-electricity
φωτοηλεκτρισμός
Other Greek words related to φωτοηλεκτρισμός
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of photo-electricity
- photoelectricity => Φωτοηλεκτρισμός
- photoelectrically => φωτοηλεκτρικά
- photo-electrical => φωτοηλεκτρικός
- photoelectrical => Φωτοηλεκτρικός
- photoelectric emission => Φωτοηλεκτρικό φαινόμενο
- photo-electric cell => Φωτοκύτταρο
- photoelectric cell => Φωτοηλεκτρικό κελί
- photo-electric => Φωτοηλεκτρικό
- photoelectric => Φωτοηλεκτρικός
- photodynamics => φωτοδυναμική<table>
- photo-electrograph => Φωτοηλεκτρογράφημα
- photoelectron => Φωτοηλεκτρόνιο
- photo-electrotype => Φωτοηλεκτροτυπία
- photoemission => Φωτοεκπομπή
- photoemissive => φωτοεκπομπικό
- photo-engrave => φωτοχαράσσω
- photo-engraved => φωτοτυπημένη
- photoengraving => Φωτοχάραξη
- photo-engraving => Φωτοχάραξη
- photo-epinasty => φωτοεπινάστιο
Definitions and Meaning of photo-electricity in English
photo-electricity (n.)
Electricity produced by light.
FAQs About the word photo-electricity
φωτοηλεκτρισμός
Electricity produced by light.
No synonyms found.
No antonyms found.
photoelectricity => Φωτοηλεκτρισμός, photoelectrically => φωτοηλεκτρικά, photo-electrical => φωτοηλεκτρικός, photoelectrical => Φωτοηλεκτρικός, photoelectric emission => Φωτοηλεκτρικό φαινόμενο,