FAQs About the word petrological

πετρολογικός

Of or pertaining to petrology.

No synonyms found.

No antonyms found.

petrologic => πετρολογικός, petroline => πετρέλαιο, petroleuse => Γυναίκα πετρελαίου, petroleur => πετρελαιοειδείς, petroleum refinery => Διυλιστήριο πετρελαίου,