FAQs About the word pelasgic

πελασγικός

Of or pertaining to the Pelasgians, an ancient people of Greece, of roving habits., Wandering.

No synonyms found.

No antonyms found.

pelasgian => πελασγικός, pelargonium peltatum => πελαργόνιουμ με φύλλα κισσού, πελαργόνιο, pelargonium odoratissimum => Άρωμα πελαργονίου, pelargonium limoneum => Πελαργόνι το λεμονένιο, pelargonium hortorum => Πελαργόνιον,