FAQs About the word pecuniary

χρηματικός

relating to or involving moneyRelating to money; monetary; as, a pecuniary penalty; a pecuniary reward.

οικονομικός,χρηματικός,καπιταλιστικός,δημοσιονομικός,νομισματικός,Καπιταλιστής,εμπορικός,δολάρια και σεντ,τσέπη

μη οικονομικός

pecuniarily => oικονομικά, pecunial => χρηματικός, peculium => πεκούλιον, peculiarness => ιδιαιτερότητα, peculiarly => ιδιόμορφα,