Greek Meaning of overgo
ξεπερνώ
Other Greek words related to ξεπερνώ
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of overgo
- overgoing => προσπερνώντας
- overgone => παρελθών
- overgorge => καταχόρτασμα
- overgrace => χάρις υπερεκπερισσού
- overgrassed => υπερβολικά χλοοτράφητο
- overgreat => υπερβολικά μεγάλος
- overgreatness => υπερβολικά μεγάλο
- overgreedy => υπερβολικά απληστος
- overgrew => μεγάλωσε υπερβολικά
- overgross => υπερτιμημένος
Definitions and Meaning of overgo in English
overgo (v. t.)
To travel over.
To exceed; to surpass.
To cover.
To oppress; to weigh down.
FAQs About the word overgo
ξεπερνώ
To travel over., To exceed; to surpass., To cover., To oppress; to weigh down.
No synonyms found.
No antonyms found.
overgloom => μελαγχολία, overglide => ανεμοπόρηση, overglaze => Επισμάλτωση, overglance => επισκόπηση, overglad => υπερβολικά ευτυχισμένος,