FAQs About the word outtravel

Ξεπερνώ

To exceed in speed o/ distance traveled.

No synonyms found.

No antonyms found.

outtop => Εξωτερικά ενδύματα, outtongue => βγάζει τη γλώσσα έξω, outtoil => εξαντλώ, outthrust => εκτόπιση, outthrow => εκτόξευση,