FAQs About the word orthophosphate

ορθοφωσφορικό

a salt of phosphoric acid

No synonyms found.

No antonyms found.

orthophony => ορθοφωνία, orthopedy => Ορθοπαιδική, orthopedist => Ορθοπεδικός, orthopedics => Ορθοπεδική, orthopedical => Ορθοπεδικός,