Greek Meaning of omphalus
ομφαλός
Other Greek words related to ομφαλός
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of omphalus
- omsk => Ομσκ
- omy => Ω (oh)
- on a higher floor => σε υψηλότερο όροφο
- on a lower floor => σε χαμηλότερο όροφο
- on a regular basis => τακτικά
- on air => σε απευθείας μετάδοση
- on all fours => Στα τέσσερα
- on an individual basis => σε ατομική βάση
- on an irregular basis => σε ακανόνιστη βάση
- on and off => διακοπτόμενος
Definitions and Meaning of omphalus in English
omphalus (n)
a scar where the umbilical cord was attached
FAQs About the word omphalus
ομφαλός
a scar where the umbilical cord was attached
No synonyms found.
No antonyms found.
omphalotus illudens => Αρωτίτης, omphalotus => Ομφαλότης, omphalotomy => Ομφαλοτομή, omphaloskepsis => ομφαλοσκοπία, omphalos => Ομφαλός,