Greek Meaning of nitrogen trichloride
Τριχλωριούχο άζωτο
Other Greek words related to Τριχλωριούχο άζωτο
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of nitrogen trichloride
- nitrogen oxide => Οξείδιο του αζώτου
- nitrogen mustard => Αζωτούχος ιπερίτης
- nitrogen fixation => Δέσιμο Αζώτου
- nitrogen dioxide => Διοξείδιο του αζώτου
- nitrogen cycle => κύκλος του αζώτου
- nitrogen balance => Αζωτούχος ισορροπία
- nitrogen => Άζωτο
- nitrogelatin => Νιτροκυτταρίνη
- nitroform => Νιτροφόρμιο
- nitrocotton => Νιτροκυτταρίνη
- nitrogenase => Νιτρογενάση
- nitrogen-bearing => αζωτούχος
- nitrogen-fixing => δέσμευση αζώτου
- nitrogenise => νιτροποιώ
- nitrogenize => [νιτρογόνωση](https://el.wiktionary.org/wiki/%CE%BD%CE%B9%CF%84%CF%81%CE%BF%CE%B3%CF%8C%CE%BD%CF%89%CF%83%CE%B7)
- nitrogenized => αζωτούχος
- nitrogenizing => αζωτούχο
- nitrogenous => αζωτούχος
- nitrohydrochloric => Νιτροϋδροχλωρικός
- nitrohydrochloric acid => νιτρουδροχλωρικό οξύ, βασιλικό νερό
Definitions and Meaning of nitrogen trichloride in English
nitrogen trichloride (n)
a yellow pungent volatile oil (trade name Agene) formerly used for bleaching and aging flour
FAQs About the word nitrogen trichloride
Τριχλωριούχο άζωτο
a yellow pungent volatile oil (trade name Agene) formerly used for bleaching and aging flour
No synonyms found.
No antonyms found.
nitrogen oxide => Οξείδιο του αζώτου, nitrogen mustard => Αζωτούχος ιπερίτης, nitrogen fixation => Δέσιμο Αζώτου, nitrogen dioxide => Διοξείδιο του αζώτου, nitrogen cycle => κύκλος του αζώτου,