Greek Meaning of navarchy
ναύαρχος
Other Greek words related to ναύαρχος
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of navarchy
- navarch => ναύαρχος
- navals => ναυτικών
- naval weaponry => Ναυτικός οπλισμός
- naval unit => Ναυτική μονάδα
- naval tactical data system => Ναυτικό Σύστημα τακτικών δεδομένων
- naval surface warfare center => Κέντρο Επιφανειακού Ναυτικού Πολέμου
- naval special warfare => Ναυτικός ειδικός πόλεμος
- naval shipyard => Ναυπηγείο
- naval research laboratory => Ερευνητικό εργαστήριο του ναυτικού
- naval radar => ναυτικό ραντάρ
Definitions and Meaning of navarchy in English
navarchy (n.)
Nautical skill or experience.
FAQs About the word navarchy
ναύαρχος
Nautical skill or experience.
No synonyms found.
No antonyms found.
navarch => ναύαρχος, navals => ναυτικών, naval weaponry => Ναυτικός οπλισμός, naval unit => Ναυτική μονάδα, naval tactical data system => Ναυτικό Σύστημα τακτικών δεδομένων,