Greek Meaning of national monument
Εθνικό μνημείο
Other Greek words related to Εθνικό μνημείο
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of national monument
- national library of medicine => Εθνική Ιατρική Βιβλιοθήκη
- national liberation front of corsica => Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο της Κορσικής
- national liberation army => Εθνικός Απελευθερωτικός Στρατός
- national leader => εθνικός ηγέτης
- national labor relations board => National Labor Relations Board (NLRB)
- national intelligence community => Εθνική Κοινότητα Πληροφοριών
- national insurance => Εθνική ασφάλιση
- national institutes of health => Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας
- national institute of standards and technology => Εθνικό Ινστιτούτο Προτύπων και Τεχνολογίας
- national institute of justice => Εθνικό Ινστιτούτο Δικαιοσύνης
- national oceanic and atmospheric administration => Εθνική Υπηρεσία Ωκεανών και Ατμόσφαιρας
- national park => Εθνικό πάρκο
- national park service => Εθνική Υπηρεσία Πάρκων
- national reconnaissance office => Εθνικό Γραφείο Αναγνώρισης
- national rifle association => Εθνική Ομοσπονδία Όπλων
- national science foundation => Ιδρυμα Εθνικων Ερευνων
- national security agency => Εθνική Υπηρεσία Ασφαλείας
- national security council => Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας
- national service => (no translation available)
- national socialism => Εθνικός σοσιαλισμός
Definitions and Meaning of national monument in English
national monument (n)
memorial consisting of a structure or natural landmark of historic interest; set aside by national government for preservation and public enjoyment
FAQs About the word national monument
Εθνικό μνημείο
memorial consisting of a structure or natural landmark of historic interest; set aside by national government for preservation and public enjoyment
No synonyms found.
No antonyms found.
national library of medicine => Εθνική Ιατρική Βιβλιοθήκη, national liberation front of corsica => Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο της Κορσικής, national liberation army => Εθνικός Απελευθερωτικός Στρατός, national leader => εθνικός ηγέτης, national labor relations board => National Labor Relations Board (NLRB),