Greek Meaning of multidentate
Πυκνό οδοντωτό
Other Greek words related to Πυκνό οδοντωτό
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of multidentate
- multicuspidate => Πολυκόρυφος
- multicuspid => πολυακρολοφίας
- multiculturalism => πολυπολιτισμικότητα
- multicultural => πολυπολιτισμικός
- multicostate => πολυπλευρική
- multi-coloured => Πολύχρωμος
- multicoloured => πολύχρωμος
- multi-colour => πολύχρωμος, -η, -ο
- multicolour => πολύχρωμος
- multi-colored => πολύχρωμο
- multidigitate => πολύδακτυλος
- multidimensional => πολυδιάστατος
- multidimensional language => Πολυδιάστατη γλώσσα
- multiengine airplane => Πολυκινητήριο αεροσκάφος
- multiengine plane => Πολυκινητήριο αεροπλάνο
- multiethnic => πολυεθνικός
- multi-ethnic => πολυεθνικός
- multifaced => πολυποίκιλος
- multifaceted => Πολυπρόσωπος
- multifactorial => Πολυπαραγοντικός
Definitions and Meaning of multidentate in English
multidentate (a.)
Having many teeth, or toothlike processes.
FAQs About the word multidentate
Πυκνό οδοντωτό
Having many teeth, or toothlike processes.
No synonyms found.
No antonyms found.
multicuspidate => Πολυκόρυφος, multicuspid => πολυακρολοφίας, multiculturalism => πολυπολιτισμικότητα, multicultural => πολυπολιτισμικός, multicostate => πολυπλευρική,