Greek Meaning of mouser
ποντικοπαγίδα
Other Greek words related to ποντικοπαγίδα
Nearest Words of mouser
- mousepad => Ταπέτο ποντικιού
- mouselike => ποντικόμορφος
- mousekin => Ποντικάκι
- mousehole => τρύπα ποντικιού
- mousefish => Ψαράκι ποντικός
- mouse-eared bat => Νυχτερίδα με αυτιά σαν του ποντικού
- mouse-eared => αρουράκιας
- mouse-ear hawkweed => Ιεράκιο το ποντικόωτο
- mouse-ear cress => Πεντάφυλλο
- mouse-ear chickweed => Αλσίνη η μέση
Definitions and Meaning of mouser in English
mouser (n)
a cat proficient at mousing
mouser (n.)
A cat that catches mice.
One who pries about on the lookout for something.
FAQs About the word mouser
ποντικοπαγίδα
a cat proficient at mousingA cat that catches mice., One who pries about on the lookout for something.
γάτα,γατοειδής,Γάτα σπιτιού,Γατάκι,γατάκι,οικόσιτη γάτα,οικόσιτη γάτα,γάτα,κιτ,γάτα
No antonyms found.
mousepad => Ταπέτο ποντικιού, mouselike => ποντικόμορφος, mousekin => Ποντικάκι, mousehole => τρύπα ποντικιού, mousefish => Ψαράκι ποντικός,