FAQs About the word monticle

Λόφος

A little mount; a hillock; a small elevation or prominence.

No synonyms found.

No antonyms found.

montia perfoliata => Περφολιούχος μοντία, montia lamprosperma => Μόντια η λαμπροσπέρμα, montia cordifolia => μοντία η καρδιοφύλλη, montia chamissoi => Μοντία η Τσαμισόι, montia => Μόντια,