Greek Meaning of meteoroidal
μετεωριτικός
Other Greek words related to μετεωριτικός
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of meteoroidal
- meteoroligic => μετεωρολογία
- meteorolite => Μετεωρίτης
- meteorologic => μετεωρολογικός
- meteorological => μετεωρολογικός
- meteorological balloon => Μετεωρολογικό μπαλόνι
- meteorological conditions => μετεωρολογικές συνθήκες
- meteorological observation post => Μετεωρολογικός σταθμός παρατήρησης
- meteorological satellite => Μετεωρολογικός δορυφόρος
- meteorologically => μετεωρολογικά
- meteorologist => μετεωρολόγος
Definitions and Meaning of meteoroidal in English
meteoroidal (a.)
Of or pertaining to a meteoroid or to meteoroids.
FAQs About the word meteoroidal
μετεωριτικός
Of or pertaining to a meteoroid or to meteoroids.
No synonyms found.
No antonyms found.
meteoroid => μετεωροειδές, meteorography => Μετεωρολογία, meteorographic => μετεωρολογικός, meteorograph => μετεωρολόγος, meteorize => μετεωρίζω,