FAQs About the word losenger

καραμέλα

A flatterer; a deceiver; a cozener.

No synonyms found.

No antonyms found.

lose track => χάνω τα ίχνη, lose sight of => Χάνω από την όραση, lose one's temper => χάνω την ψυχραιμία μου, lose it => το χάνεις, lose => χάσει,