FAQs About the word longshot

μακρινός στόχος

a photograph taken from a distance

ελευθερία,παίξε,Στοίχημα,κίνδυνος,μερίδιο,ρίχνω,επιχείρηση,Στοίχημα,περιπέτεια,ευκαιρία

Φυσικά

longshoremen => Εργάτες λιμανιών, longshoreman => Φορτοεκφορτωτής, longshore => παράκτιος, longshanks => Μακροσκελής, long-shanked => μακρυπόδης,