Greek Meaning of localised
εντοπισμένος
Other Greek words related to εντοπισμένος
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of localised
- localise => Εντοπίζω (Entopí̱zo)
- localisation principle => Αρχή εντοπισμού
- localisation of function => Εντοπισμός λειτουργίας
- localisation => Εντοπισμός
- locale => Τοπικές ρυθμίσεις
- local time => Τοπική ώρα
- local street => Τοπικός δρόμος
- local road => Τοπικός δρόμος
- local post office => τοπικό ταχυδρομείο
- local oscillator => Τοπικός ταλαντωτής
Definitions and Meaning of localised in English
localised (s)
confined or restricted to a particular location
made local or oriented locally
FAQs About the word localised
εντοπισμένος
confined or restricted to a particular location, made local or oriented locally
No synonyms found.
No antonyms found.
localise => Εντοπίζω (Entopí̱zo), localisation principle => Αρχή εντοπισμού, localisation of function => Εντοπισμός λειτουργίας, localisation => Εντοπισμός, locale => Τοπικές ρυθμίσεις,