Greek Meaning of local anaesthetic
Τοπικό αναισθητικό
Other Greek words related to Τοπικό αναισθητικό
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of local anaesthetic
- local anesthesia => Τοπική αναισθησία
- local anesthetic => τοπικό αναισθητικό
- local area network => τοπικό δίκτυο
- local authority => τοπική αρχή
- local call => Τοπική κλήση
- local department => Τοπική υπηρεσία
- local government => τοπική αυτοδιοίκηση
- local option => Τοπική επιλογή
- local oscillator => Τοπικός ταλαντωτής
- local post office => τοπικό ταχυδρομείο
Definitions and Meaning of local anaesthetic in English
local anaesthetic (n)
anesthetic that numbs a particular area of the body
FAQs About the word local anaesthetic
Τοπικό αναισθητικό
anesthetic that numbs a particular area of the body
No synonyms found.
No antonyms found.
local anaesthesia => [[τοπική αναισθησία]], local => Τοπικός, loca => λόκα, lobworm => αχιβάδα, lobulette => Λοβίδιο,