Greek Meaning of light source
Πηγή φωτός
Other Greek words related to Πηγή φωτός
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of light source
- light sleep => Ελαφρύς ύπνος
- light show => φωτοθέαμα
- light second => δευτερόλεπτο φωτός
- light reflex => Αντανάκλαση φωτός
- light reaction => Φωτοαντίδραση
- light pen => Φωτεινό στυλό
- light opera => Ελαφρά όπερα
- light minute => λεπτό φωτός
- light middleweight => ελαφρών μεσαίων βαρών
- light microscope => Φωτεινό μικροσκόπιο
- light speed => Ταχύτητα φωτός
- light time => χρόνος μέτρησης φωτός
- light touch => Ελαφρύ άγγιγμα
- light unit => Μονάδα φωτός
- light up => ανάβω
- light upon => φωτίζω
- light welterweight => ελαφρύ ημιμεσαίο βάρος
- light whipping cream => Φρέσκια ελαφριά κρέμα γάλακτος
- light within => Το φως μέσα μας
- light year => έτος φωτός
Definitions and Meaning of light source in English
light source (n)
any device serving as a source of illumination
FAQs About the word light source
Πηγή φωτός
any device serving as a source of illumination
No synonyms found.
No antonyms found.
light sleep => Ελαφρύς ύπνος, light show => φωτοθέαμα, light second => δευτερόλεπτο φωτός, light reflex => Αντανάκλαση φωτός, light reaction => Φωτοαντίδραση,