FAQs About the word lavaliere

λαβαριέρα

jeweled pendant worn on a chain around the neck

μενταγιόν,γοητεία,μενταγιόν,βραχιόλι,μενταγιόν,δάκρυ

No antonyms found.

lavalier => μικρόφωνο λαιμού, lavalava => λάβα-λάβα, lavage => Ξέπλυμα, lavabo => νεροχύτης, lava => λάβα,