Greek Meaning of lavaliere
λαβαριέρα
Other Greek words related to λαβαριέρα
Nearest Words of lavaliere
- lavalier => μικρόφωνο λαιμού
- lavalava => λάβα-λάβα
- lavage => Ξέπλυμα
- lavabo => νεροχύτης
- lava => λάβα
- lav => πλύσιμο ρούχων
- lautverschiebung => ηχητική μετατόπιση
- lautaro youth movement => Κίνημα νεολαίας Λαουτάρο
- lautaro popular rebel forces => Λαϊκοί αντάρτες του Λαουτάρο
- lautaro faction of the united popular action movement => Η παράταξη Lautaro του Ενωμένου Λαϊκού Κινήματος
Definitions and Meaning of lavaliere in English
lavaliere (n)
jeweled pendant worn on a chain around the neck
FAQs About the word lavaliere
λαβαριέρα
jeweled pendant worn on a chain around the neck
μενταγιόν,γοητεία,μενταγιόν,βραχιόλι,μενταγιόν,δάκρυ
No antonyms found.
lavalier => μικρόφωνο λαιμού, lavalava => λάβα-λάβα, lavage => Ξέπλυμα, lavabo => νεροχύτης, lava => λάβα,