Greek Meaning of labor of love
έργο αγάπης
Other Greek words related to έργο αγάπης
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of labor of love
- labor movement => Εργατικό κίνημα
- labor market => Αγορά εργασίας
- labor leader => εργατικός ηγέτης
- labor force => Εργατικό δυναμικό
- labor department => Υπουργείο Εργασίας
- labor day => Πρωτομαγιά
- labor contract => Σύμβαση εργασίας
- labor coach => Μαία
- labor camp => Στρατόπεδο εργασίας
- labor agreement => συλλογική σύμβαση εργασίας
- labor organizer => Διοργανωτής εργασίας
- labor pain => Πόνοι τοκετού
- labor pains => Πόνοι τοκετού
- labor party => Εργατικό Κόμμα
- labor pool => Ποσότητα εργατικού δυναμικού
- labor resources => εργατικά δυναμικά
- labor secretary => Υπουργός Εργασίας
- labor union => Συνδικαλιστική ένωση
- laborant => Εργαστηριακός βοηθός
- laboratories => εργαστήρια
Definitions and Meaning of labor of love in English
labor of love (n)
productive work performed voluntarily without material reward or compensation
FAQs About the word labor of love
έργο αγάπης
productive work performed voluntarily without material reward or compensation
No synonyms found.
No antonyms found.
labor movement => Εργατικό κίνημα, labor market => Αγορά εργασίας, labor leader => εργατικός ηγέτης, labor force => Εργατικό δυναμικό, labor department => Υπουργείο Εργασίας,