Greek Meaning of iceland lichen
Ισλανδή λειχήνας
Other Greek words related to Ισλανδή λειχήνας
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of iceland lichen
- iceland => Ισλανδία
- icehouse => παγόσπιτο
- ice-hockey rink => παγοδρόμιο χόκεϊ
- ice-hockey player => Παίκτης χόκεϊ επί πάγου
- ice-free => Απαλλαγμένο από πάγο
- icefall => καταρράκτης πάγου
- iced-tea spoon => κουταλάκι του γλυκού για τσάι με πάγο
- iced tea => Παγωμένο τσάι
- iced coffee => φραπέ
- iced => παγωμένος
- iceland moss => Ισλανδικός λειχήνας
- iceland poppy => Μήκων η ισλανδική
- iceland spar => Ισλανδικός ασβεστίτης
- icelander => Ισλανδός
- icelandic => Ισλανδικά
- icelandic krona => Ισλανδική κορόνα
- icelandic monetary unit => Ισλανδική νομισματική μονάδα
- icelandic-speaking => ισλανδικόφωνο
- iceman => άνθρωπος του πάγου
- icemen => παγόσπαστοι
Definitions and Meaning of iceland lichen in English
iceland lichen (n)
lichen with branched flattened partly erect thallus that grows in mountainous and Arctic regions; used as a medicine or food for humans and livestock; a source of glycerol
FAQs About the word iceland lichen
Ισλανδή λειχήνας
lichen with branched flattened partly erect thallus that grows in mountainous and Arctic regions; used as a medicine or food for humans and livestock; a source
No synonyms found.
No antonyms found.
iceland => Ισλανδία, icehouse => παγόσπιτο, ice-hockey rink => παγοδρόμιο χόκεϊ, ice-hockey player => Παίκτης χόκεϊ επί πάγου, ice-free => Απαλλαγμένο από πάγο,