Greek Meaning of hyperoxide
υπεροξείδιο
Other Greek words related to υπεροξείδιο
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of hyperoxide
- hyperoxygenated => υπεροξυγονωμένο
- hyperoxygenized => Υπεροξυγονωμένο
- hyperoxymuriate => υπεροξυμουριά
- hyperoxymuriatic => υπεροξυμουριατικός
- hyperparathyroidism => Υπερπαραθυρεοειδισμός
- hyperphysical => υπερφυσικός
- hyperpiesia => Υπέρταση
- hyperpiesis => Υπέρταση
- hyperpigmentation => Υπερμελάγχρωση
- hyperpituitarism => Υπερπιτουιταρισμός
Definitions and Meaning of hyperoxide in English
hyperoxide (n.)
A compound having a relatively large percentage of oxygen; a peroxide.
FAQs About the word hyperoxide
υπεροξείδιο
A compound having a relatively large percentage of oxygen; a peroxide.
No synonyms found.
No antonyms found.
hyperotreta => ΥπερΟστρεία, hyperorthodoxy => Υπερ-ορθοδοξία, hyperorganic => υπεροργανικός, hyperopic => Υπερμητρωπία, hyperopia => Υπερμετρωπία,