Greek Meaning of hydrogen peroxide
Υπεροξείδιο του υδρογόνου
Other Greek words related to Υπεροξείδιο του υδρογόνου
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of hydrogen peroxide
- hydrogen ion concentration => Συγκέντρωση ιόντων υδρογόνου
- hydrogen ion => Ιόν υδρογόνου
- hydrogen iodide => ιωδίδιο του υδρογόνου
- hydrogen fluoride => Φθοριούχο υδρογόνο
- hydrogen chloride => Υδροχλωρικό οξύ
- hydrogen carbonate => Υδρογονανθρακικό
- hydrogen bromide => Υδροβρώμιο
- hydrogen bond => Δεσμός υδρογόνου
- hydrogen azide => Αζωτούχος υδρογόνο
- hydrogen atom => Άτομο υδρογόνου
Definitions and Meaning of hydrogen peroxide in English
hydrogen peroxide (n)
a viscous liquid with strong oxidizing properties; a powerful bleaching agent; also used (in aqueous solutions) as a mild disinfectant and (in strong concentrations) as an oxidant in rocket fuels
FAQs About the word hydrogen peroxide
Υπεροξείδιο του υδρογόνου
a viscous liquid with strong oxidizing properties; a powerful bleaching agent; also used (in aqueous solutions) as a mild disinfectant and (in strong concentrat
No synonyms found.
No antonyms found.
hydrogen ion concentration => Συγκέντρωση ιόντων υδρογόνου, hydrogen ion => Ιόν υδρογόνου, hydrogen iodide => ιωδίδιο του υδρογόνου, hydrogen fluoride => Φθοριούχο υδρογόνο, hydrogen chloride => Υδροχλωρικό οξύ,