Greek Meaning of hissingly
συριγμικά
Other Greek words related to συριγμικά
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of hissingly
- hist => σσσ
- histaminase => Ισταμινάση
- histamine => Ισταμίνη
- histamine blocker => Αντιισταμινικό
- histamine headache => Ισταμινική κεφαλαλγία
- histidine => Ιστιδίνη
- histiocyte => Ιστιοκύτταρο
- histiocytic leukaemia => Ιστιοκυτταρική λευχαιμία
- histiocytic leukemia => Ιστιοκυτταρική λευχαιμία
- histiocytosis => ιστιοκυττάρωση
Definitions and Meaning of hissingly in English
hissingly (adv.)
With a hissing sound.
FAQs About the word hissingly
συριγμικά
With a hissing sound.
No synonyms found.
No antonyms found.
hissing => σφύριγμα, hisser => συρίζω, hissed => σφύριξε, hiss => σφύριγμα, hispidulous => χνουδωτός,