Greek Meaning of hemorrhoid
Αιμορροΐδες
Other Greek words related to Αιμορροΐδες
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of hemorrhoid
- hemorrhagic stroke => αιμορραγικό εγκεφαλικό
- hemorrhagic septicemia => Αιμορραγική σηψαιμία
- hemorrhagic fever => Αιμορραγική πυρετός
- hemorrhagic cyst => Αιμορραγική κύστη
- hemorrhagic => αιμορραγικός
- hemorrhage => αιμορραγία
- hemoprotein => Αιμοπρωτεΐνη
- hemopoietic => αιμοποιητικό
- hemopoiesis => αιμοποίηση
- hemophilic => αιμοφιλικός
- hemorrhoidal => αιμορροϊδικός
- hemorrhoidal vein => Αιμορροϊδική φλέβα
- hemorrhoidectomy => Αιμορροϊδεκτομή
- hemorrhoids => Αιμορροΐδες
- hemosiderin => αιμοσιδηρίνη
- hemosiderosis => αιμοσιδήρωση
- hemostasia => αιμόσταση
- hemostasis => αιμόσταση
- hemostat => αιμοστατικός σφιγκτήρας
- hemostatic => αιμοστατικός
Definitions and Meaning of hemorrhoid in English
hemorrhoid (n)
venous swelling external or internal to the anal sphincter
FAQs About the word hemorrhoid
Αιμορροΐδες
venous swelling external or internal to the anal sphincter
No synonyms found.
No antonyms found.
hemorrhagic stroke => αιμορραγικό εγκεφαλικό, hemorrhagic septicemia => Αιμορραγική σηψαιμία, hemorrhagic fever => Αιμορραγική πυρετός, hemorrhagic cyst => Αιμορραγική κύστη, hemorrhagic => αιμορραγικός,