FAQs About the word haught

αλαζόνας

High; elevated; hence, haughty; proud.

No synonyms found.

No antonyms found.

haugh => λιβάδι, hauerite => Αουερίτης, hauberk => Αλυσιδωτή πανοπλία, hattree => Σταντ καπέλου, hatti-sherif => χατί σερίφ,