Greek Meaning of halibut-liver oil
Λάδι συκωτιού ιππόγλωσσου
Other Greek words related to Λάδι συκωτιού ιππόγλωσσου
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of halibut-liver oil
- halibut => Ιππόγλωσσο
- haliatus albicilla => Αετός θαλασσαετός
- haliaeetus pelagicus => Λευκοκέφαλος θαλασσαετός
- haliaeetus leucorhyphus => Αετός με λευκή ουρά
- haliaeetus leucocephalus => Φαλκός ο αμερικανός
- haliaeetus => Θαλασσαετός
- half-yearly => εξαμηνιαίος
- halfway => στα μισά του δρόμου
- half-truth => μισή αλήθεια
- half-tracked => Μισοερπυστριοφόρο
Definitions and Meaning of halibut-liver oil in English
halibut-liver oil (n)
a fatty oil from halibut livers that is used as a source of vitamin A
FAQs About the word halibut-liver oil
Λάδι συκωτιού ιππόγλωσσου
a fatty oil from halibut livers that is used as a source of vitamin A
No synonyms found.
No antonyms found.
halibut => Ιππόγλωσσο, haliatus albicilla => Αετός θαλασσαετός, haliaeetus pelagicus => Λευκοκέφαλος θαλασσαετός, haliaeetus leucorhyphus => Αετός με λευκή ουρά, haliaeetus leucocephalus => Φαλκός ο αμερικανός,