FAQs About the word gum arabic

γόμα αραβική

gum from an acacia tree; used as a thickener (especially in candies and pharmaceuticals)

No synonyms found.

No antonyms found.

gum anime => Κόμι αραβικό, gum ammoniac => Αμμωνιακό ούλο, gum albanum => γόμμα αλμπάνουμ, gum accroides => Ακροειδής γόμα, gum acacia => Αραβικό κόμμι,