Greek Meaning of greek clover
Τριφύλλι ελληνικό
Other Greek words related to Τριφύλλι ελληνικό
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of greek clover
- greek church => ελληνική εκκλησία
- greek chorus => Ελληνικός χορός
- greek catholic => Ελληνοκαθολικοί
- greek capital => Αθήνα
- greek calends => το ελληνικό ημερολόγιο
- greek calendar => ελληνικό ημερολόγιο
- greek architecture => Ελληνική αρχιτεκτονική
- greek alphabet => Ελληνικό αλφάβητο
- greek => ελληνικός
- greegree => γκρίζ-γκρίζ
- greek cross => Ελληνικός σταυρός
- greek deity => Ελληνική θεότητα
- greek drachma => δραχμή Ελλάδας
- greek fire => υγρόν πύρ
- greek fret => Μαίανδρος
- greek key => ελληνικό κλειδί
- greek mode => Ελληνική λειτουργία
- greek monetary unit => ελληνική νομισματική μονάδα
- greek mythology => ελληνική μυθολογία
- greek orthodox => ελληνική ορθοδοξία
Definitions and Meaning of greek clover in English
greek clover (n)
annual herb or southern Europe and eastern Asia having off-white flowers and aromatic seeds used medicinally and in curry
FAQs About the word greek clover
Τριφύλλι ελληνικό
annual herb or southern Europe and eastern Asia having off-white flowers and aromatic seeds used medicinally and in curry
No synonyms found.
No antonyms found.
greek church => ελληνική εκκλησία, greek chorus => Ελληνικός χορός, greek catholic => Ελληνοκαθολικοί, greek capital => Αθήνα, greek calends => το ελληνικό ημερολόγιο,