FAQs About the word gownsmen

ακαδημαϊκοί

a professional or academic person

εξωγήινοι,Ξένοι,οι επισκέπτες,Τουρίστες,επισκέπτες,μη ιθαγενείς,Προσωρινοί,μη-πολίτες

αστοί,πολίτες,πολίτες,χωρικοί,Κατοικούντες σε γκρεμό,κάτοικοι,κάτοικοι,Πολίτες,επιβάτες,κάτοικοι

gowning => φόρεμα, governors => Κυβερνήτες, governmentese => γραφειοκρατική διάλεκτος, governessy => γκουβερνάντα, governesses => γκουβερνάντες,