FAQs About the word gormandizers

Λαίμαργοι

to eat gluttonously or ravenously, to eat greedily

γουρούνι,Χοίροι,γουρούνια,Μπακαλιάροι,οι καλοφαγάδες,λαιμάργοι,γέμιση,συμποσιαστές,Γκουρμέδες,υπερφαγικοί

όσοι κάνουν δίαιτα,συλλέκτες,τρωκτικά

gorillas => Γορίλες, gorgons => γοργόνες, gorges => φαράγγια, gorgers => λαιμάργοι, gorgeousness => ομορφιά,