FAQs About the word glycoluril

γλυκολούριλη

A white, crystalline, nitrogenous substance, obtained by the reduction of allantoin.

No synonyms found.

No antonyms found.

glycoluric => γλυκουλουρικός, glycollic acid => γλυκολικό οξύ, glycolide => γλυκολίδης, glycolic acid => γλυκολικό οξύ, glycolic => Γλυκολικό,