Greek Meaning of glycerite
γλυκερίτης
Other Greek words related to γλυκερίτης
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of glycerite
- glycerine => γλυκερίνη
- glycerinated gelatin => γλυκερινοποιημένη ζελατίνη
- glycerin jelly => Ζελε glicerina
- glycerin => γλυκερίνη
- glyceride => Γλυκερίδιο
- glyceric aldehyde => Γλυκεριναλδεϋδη
- glyceric acid => γλυκερικό οξύ
- glyceric => γλυκερικός
- glyceria grandis => Γλυκερία η μεγάλη
- glyceria => γλυκερίνη
- glycerogel => Γλυκερινογέλης
- glycerogelatin => Γλυκεροζελατίνη
- glycerol => γλυκερίνη
- glycerol trimargarate => Τριμαργαρινικό γλυκερυλίου
- glycerol tripalmitate => Τριπαλμιτατε της γλυκερόλης
- glycerol tristearate => Τριστεατικό γλυκερολίου
- glycerole => Γλυκερόλη
- glycerolise => γλυκερολυώ
- glycerolize => Γλυκεροποίηση
- glyceryl => γλυκερυλ
Definitions and Meaning of glycerite in English
glycerite (n)
a medicine made by mixing a substance in glycerin
glycerite (n.)
A medicinal preparation made by mixing or dissolving a substance in glycerin.
FAQs About the word glycerite
γλυκερίτης
a medicine made by mixing a substance in glycerinA medicinal preparation made by mixing or dissolving a substance in glycerin.
No synonyms found.
No antonyms found.
glycerine => γλυκερίνη, glycerinated gelatin => γλυκερινοποιημένη ζελατίνη, glycerin jelly => Ζελε glicerina, glycerin => γλυκερίνη, glyceride => Γλυκερίδιο,