FAQs About the word giblets

εντόσθια

edible viscera of a fowlThe inmeats, or edible viscera (heart, gizzard, liver, etc.), of poultry.

χοιρινή κοιλιά,εντόσθια,Εντόσθια κρέατα,έντερα,Έντερα,προς τα μέσα,σπλάγχνα,σπλάχνα,έντερο,σπλάχνα

No antonyms found.

giblet => σπλάχνα, gibit => Jιμπιμπιτ, gibingly => σαρκαστικά, gibing => Τζιμπάρισμα, gibibyte => Γκιμπιμπάιτ,