Greek Meaning of german shepherd
Γερμανικός Ποιμενικός
Other Greek words related to Γερμανικός Ποιμενικός
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of german shepherd
- german rampion => Γερμανικός ραπουντσέλ
- german police dog => Γερμανικός ποιμενικός
- german pancake => γερμανικός τηγανίτης
- german nazi => Γερμανός ναζί
- german monetary unit => Γερμανική νομισματική μονάδα
- german millet => Γερμανικό κεχρί
- german measles => ιλαρά
- german mark => γερμανικό μάρκο
- german luftwaffe => Γερμανική Λουφτβάφε
- german lesson => Γερμανικό μάθημα
- german shepherd dog => Γερμανικός Ποιμενικός
- german short-haired pointer => Βραχύτριχος γερμανικός δείκτης
- german silver => Γερμανικό ασήμι
- german tamarisk => Γερμανικό τάμαριξ
- german-american => γερμανοαμερικανός
- germander => γερμανδρέα
- germander speedwell => Βερώνικη
- germane => Σχετικό
- germaneness => προσφορότητα
- germanic => γερμανικός
Definitions and Meaning of german shepherd in English
german shepherd (n)
breed of large shepherd dogs used in police work and as a guide for the blind
FAQs About the word german shepherd
Γερμανικός Ποιμενικός
breed of large shepherd dogs used in police work and as a guide for the blind
No synonyms found.
No antonyms found.
german rampion => Γερμανικός ραπουντσέλ, german police dog => Γερμανικός ποιμενικός, german pancake => γερμανικός τηγανίτης, german nazi => Γερμανός ναζί, german monetary unit => Γερμανική νομισματική μονάδα,