Greek Meaning of gastroesophageal
γαστροοισοφαγικός
Other Greek words related to γαστροοισοφαγικός
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of gastroesophageal
- gastroepiploic vein => γαστροεπιπλοϊκή φλέβα
- gastroepiploic => Γαστροεπιπλοϊκός
- gastroenterostomy => Γαστρεντεροστόμωση
- gastroenterology => γαστρεντερολογία
- gastroenterologist => Γαστρεντερολόγος
- gastroenteritis => Γαστρεντερίτιδα
- gastroenteric => γαστρεντερικός
- gastroelytrotomy => γαστροηλεκτροτομία
- gastroduodenitis => Γαστροδωδεκαδακτυλίτιδα
- gastroduodenal => γαστροδωδεκαδακτυλικός
- gastroesophageal reflux => Γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση
- gastrogavage => αναγκαστική σίτιση
- gastrohepatic => γαστροηπατικοί
- gastrohysterotomy => Γαστροϋστερεκτομή
- gastrointestinal => γαστρεντερικού
- gastrointestinal disorder => γαστρεντερική διαταραχή
- gastrointestinal hormone => Ορμόνη του πεπτικού
- gastrointestinal system => Πεπτικό σύστημα
- gastrointestinal tract => Πεπτικό σύστημα
- gastrolith => Γαστρόλιθος
Definitions and Meaning of gastroesophageal in English
gastroesophageal (a)
of or relating to or involving the stomach and esophagus
FAQs About the word gastroesophageal
γαστροοισοφαγικός
of or relating to or involving the stomach and esophagus
No synonyms found.
No antonyms found.
gastroepiploic vein => γαστροεπιπλοϊκή φλέβα, gastroepiploic => Γαστροεπιπλοϊκός, gastroenterostomy => Γαστρεντεροστόμωση, gastroenterology => γαστρεντερολογία, gastroenterologist => Γαστρεντερολόγος,