FAQs About the word fumigatory

μυκητοκτόνο

Having the quality of purifying by smoke.

No synonyms found.

No antonyms found.

fumigator => απολυμαντής, fumigation => Απεντόμωση, fumigating => απολύμανση, fumigated => Απολυμασμένο, fumigate => απολυμαίνω,